Προστατίτιδα

ΠροστατίτιδαΜε τον όρο προστατίτιδα περιγράφεται μία κατάσταση φλεγμονής του προστατικού αδένα. Στην καθημερινή ιατρική πράξη ο όρος συχνά χρησιμοποιείται για την περιγραφή οποιουδήποτε συμπτώματος ή κατάστασης που πιθανόν σχετίζεται με τον προστάτη. Αποτελεί τη συχνότερη ουρολογική φλεγμονή σε άνδρες κάτω των πενήντα ετών. Σχεδόν το 10% των ανδρών θα παρουσιάσει κάποια συμπτώματα προστατίτιδας στη διάρκεια ενός έτους. Σε ένα ποσοστό περίπου 6%, τα συμπτώματα αυτά αποτελούν ενόχληση, με περίπου το ένα τρίτο αυτών των ασθενών να βιώνει μια αυτόματη ύφεση των συμπτωμάτων κατά τη διάρκεια του έτους. Οι άνδρες με σημαντικά κλινικά συμπτώματα προστατίτιδας αντιπροσωπεύουν περίπου το 3% των επισκέψεων στα εξωτερικά ιατρεία.
Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Νοσημάτων Διαβήτου, Πεπτικού και Νεφρικής Νόσου (NIDDK) οι καταστάσεις φλεγμονής του προστατικού αδένα ταξινομούνται ως εξής:

Προστατιτιδα - ταξινομηση

 

Οξεία Βακτηριακή Προστατίτιδα

Προστατίτιδα οξείαΣύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες μόνο η οξεία και η χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα έχουν ένδειξη για φαρμακευτική αγωγή. Η οξεία βακτηριακή προστατίτιδα είναι μια σοβαρή λοίμωξη, εξωνοσοκομειακή ή μετά από διενέργεια βιοψίας προστάτη, η οποία χρήζει άμεσης ιατρικής παρέμβασης, ανταποκρίνεται άμεσα στην αντιμικροβιακή θεραπεία, και είναι συνήθως αυτοπεριοριζόμενη. Οι ασθενείς παρουσιάζουν σοβαρές συστηματικές εκδηλώσεις που περιλαμβάνουν πυρετό και δυσουρικά ενοχλήματα (δυσουρία , συχνουρία, απόφραξη του ουροποιητικού ή έντονο υπερηβικό πόνο). Βακτηριαιμία (παρουσία μικροβίου στο αίμα) αναφέρεται στο 27% των επεισοδίων. Η δακτυλική εξέταση του προστάτη δεν συνιστάται στην οξεία φάση, διότι αυτό μπορεί να διευκολύνει την μετάδοση των μικροβίων στο αίμα. Η Escherichia coli απομονώνεται στο 70% – 80% των επεισοδίων, ενώ άλλα είδη μικροβίων όπως ο Proteus, η Klebsiella, ο Enterococcus, η P. aeruginosa, και ο S. aureus απομονώνονται σε λιγότερο από το 10% των περιπτώσεων.

Η θεραπεία περιλαμβάνει την τοποθέτηση ουροκαθετήρα (ή υπερηβικού καθετήρα), καλλιέργειες ούρων και αίματος για την απομόνωση και τυποποίηση του μικροβίου και την έναρξη παρεντερικής αντιμικροβιακής θεραπείας. Ο συνδυασμός β-λακτάμης και αμινογλυκοσίδης θεωρείται θεραπεία πρώτης γραμμής (αν και άλλα ευρέως φάσματος αντιβιοτικά είναι επίσης αποτελεσματικά). Μετά την τυποποίηση του μικροοργανισμού και την αρχική κλινική ανταπόκριση, η θεραπεία με τα αντιβιοτικά μπορεί να τροποποιηθεί με από του στόματος θεραπεία για ένα χρονικό διάστημα 6 εβδομάδων. Οι φθοριοκινολόνες (σιπροφλοξασίνη ή λεβοφλοξασίνη) συνιστώνται για από του στόματος θεραπεία εάν το μικρόβιο είναι ευαίσθητο. Ωστόσο, εάν η κλινική ανταπόκριση δεν είναι η αναμενόμενη, ο ασθενής χρήζει διερεύνησης για την παρουσία και την άμεση αντιμετώπιση επιπλοκών (πχ απόστημα).

Χρόνια Βακτηριακή Προστατίτιδα

Χρόνια προστατίτιδαΜε τον όρο χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα εννοούμε την επίμονη λοίμωξη του προστάτη. Τα βακτήρια εισέρχονται στον προστάτη από την ουρήθρα και παραμένουν λόγω της περιορισμένης διάχυσης των αντιβιοτικών, της μειωμένης δραστικότητας τους (λόγω του όξινου περιβάλλοντος του αδένα), καθώς και της συχνής παρουσίας επιμολυσμένων λίθων σε αυτόν(κυρίως σε ηλικιωμένους άνδρες). Η πιο κοινή εκδήλωση είναι η υποτροπιάζουσα οξεία κυστίτιδα, επειδή τα βακτήρια εισέρχονται στην ουροδόχο κύστη από τον προστάτη. Συνήθως απομονώνεται ο ίδιος μικροοργανισμός. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι τα διαστήματα μεταξύ των συμπτωματικών επεισοδίων μπορεί να απέχουν μεταξύ τους μήνες ή ακόμη και χρόνια. Οι ασθενείς αναφέρουν πολλές φορές αόριστα συμπτώματα όπως ερεθισμού κατά την διάρκεια της ούρησης, βάρος ή τάση που εντοπίζεται στους όρχεις ή στο περίνεο κοκ.

Η χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα ανταποκρίνεται στην κατάλληλη αντιμικροβιακή θεραπεία, αν και οι υποτροπές μετά τη θεραπεία είναι συχνές. Οι φθοριοκινολόνες είναι η πρώτη επιλογή για την αντιμετώπιση της χρόνιας βακτηριακής προστατίτιδας (ιδίως όταν υπάρχει αντιβιόγραμμα). Αυτά τα φάρμακα διεισδύουν καλά μέσα στον αδένα και στο σπερματικό υγρό και παραμένουν ενεργά στο όξινο περιβάλλον του προστάτη. Τα ποσοστά ίασης στους 6 μήνες, μετά από μια θεραπεία διάρκειας 4 – 6 εβδομάδων, είναι 75% έως 90%, ωστόσο υποτροπές με το ίδιο μικρόβιο μπορεί να συμβούν μετά από 6 μήνες. Ο συνδυασμός αντιβιοτικών και άλφα-αποκλειστών φαίνεται να μειώνει το υψηλό ποσοστό των υποτροπών και θεωρείται δόκιμος κυρίως για ασθενείς με συμπτώματα αποφρακτικής ουροπάθειας.

Χρόνιο Σύνδρομο Πυελικού Πόνου

Μόνο στο 10% των ανδρών που παρουσιάζουν κλινικά χρόνια προστατίτιδα (χρόνιο σύνδρομο πυελικού πόνου), η χρόνια βακτηριακή προστατίτιδα τεκμηριώνεται μικροβιολογικά. Η διάγνωση απαιτεί ζεύγη ουροκαλλιεργειών, κατόπιν δακτυλικής μάλαξης του προστάτη, για την παρουσία ή όχι μικροοργανισμών ή πυουρίας (4-glass test). Οι περισσότεροι άνδρες με το χρόνιο σύνδρομο πυελικού πόνου αιτιούνται πόνο στην περιοχή της πυέλου καθώς και συμπτώματα από το ουροποιητικό (πόνος κατά την εκσπερμάτιση, αιμοσπερμία). Η αιτιολογία αυτού του συνδρόμου δεν είναι πλήρως κατανοητή καθιστώντας την θεραπεία αμφιλεγόμενη και το θεραπευτικό αποτέλεσμα αβέβαιο.

Η δοξυκυκλίνη και οι μακρολίδες θεωρούνται φάρμακα δεύτερης γραμμής. Σε άνδρες που παρουσιάζουν για πρώτη φορά σύνδρομο χρόνιου πυελικού πόνου και των οποίων τα ευρήματα της ουροκαλλιέργειας είναι αρνητικά αλλά έχουν ενδείξεις φλεγμονής (δηλαδή παρουσία λευκοκυττάρων στο προστατικό υγρό), θα πρέπει να συνταγογραφείται θεραπεία 4 εβδομάδων (εφόσον δεν έχουν λάβει προηγουμένως). Το 10% αυτών των ασθενών, και παρά το αρνητικό αποτέλεσμα της καλλιέργειας, θα παρουσιάσουν ύφεση της κλινικής συμπτωματολογίας.

Προστατίτιδα
ctfΠροστατίτιδα